Φανταστείτε το εξής: Ένα παιδί μόλις έχει επιστρέψει στο σπίτι από το σχολείο. Κάθεται στο τραπέζι του φαγητού και ανυπομονεί να μοιραστεί με τους γονείς του πώς πήγε η μέρα του. Ίσως υπάρχει κάτι που το απασχολεί, κάτι που συνέβη στο σχολείο ή μια διαφωνία που είχε με έναν φίλο. Όμως, αντί να λάβει την αμέριστη προσοχή των γονιών του, τους βλέπει να είναι απορροφημένοι στα smartphones τους.
Όσο φανταστικό κι αν μοιάζει αυτό το σενάριο, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι πρόκειται για μια όλο και πιο συνηθισμένη εικόνα στα σύγχρονα νοικοκυριά. Είναι, όμως, μια «αθώα» αλλαγή στις συνήθειες των οικογενειών ή μια ανησυχητική τάση, με δυνητικά σοβαρές συνέπειες στην ψυχική υγεία των παιδιών;
Το ερώτημα αυτό απασχόλησε μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JAMA Network Open και υποστηρίζει ότι τα παιδιά των οποίων οι γονείς ασχολούνται υπερβολικά με τα smartphones τους είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν άγχος, προβλήματα προσοχής και υπερκινητικότητα καθώς μεγαλώνουν. Η έρευνα εστιάζει στους πιθανούς κινδύνους για την ψυχική υγεία που απορρέουν από αυτό που οι ειδικοί αποκαλούν «technoference», την παρέμβαση δηλαδή της τεχνολογίας στις αλληλεπιδράσεις γονέα – παιδιού, εφιστώντας την προσοχή στο πώς η σχέση των γονέων με το smartphone τους μπορεί να υπονομεύει τη συναισθηματική και ψυχολογική ευημερία των παιδιών τους.
Προγενέστερες έρευνες έχουν συνθέσει ένα απογοητευτικό κάδρο: Μια μελέτη διαπίστωσε ότι οι γονείς βρεφών περνούν, κατά μέσο όρο, περισσότερες από 5 ώρες καθημερινά στα smartphones τους, ακόμη και την ώρα που ασχολούνται με το μωρό τους (27%). Μια άλλη μελέτη αποκάλυψε ότι το 68% των γονέων παραδέχεται ότι η προσοχή του αποσπάται συχνά από τα smartphones όταν αλληλεπιδρά με τα παιδιά του.
ΠΗΓΗ: Ygeia mou