Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ: Δεκάδες πρώην εργαζόμενες στα Harrods τον κατηγορούν για βιασμούς

O Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ κατηγορείται από πρώην υπαλλήλους των Harrods για βιασμό και σεξουαλικές επιθέσεις.

Σύμφωνα με το BBC, πάνω από 20 γυναίκες που δούλεψαν στο πολυτελές πολυκατάστημα του Λονδίνου υποστηρίζουν πως δέχτηκαν σεξουαλική επίθεση –κάποιες και βιασμό– από τον δισεκατομμυριούχο τότε ιδιοκτήτη της επιχείρησης, ο οποίος πέθανε πέρυσι.

Στο ντοκιμαντέρ και το πόντκαστ «Al-Fayed: Predator at Harrods» αποκαλύπτονται στοιχεία πως, ενόσω ο Φαγέντ ήταν ο ιδιοκτήτης των Harrods, η εταιρεία όχι μόνο δεν παρενέβη υπέρ των θυμάτων, αλλά και συνέβαλε στη συγκάλυψη των καταγγελιών.

«Το δίκτυ της διαφθοράς και της κακοποίησης σε αυτή την εταιρεία είναι ασύλληπτο και πολύ ερεβώδες», σημειώνει ο Μπρους Ντράμοντ, εκ των δικηγόρων της νομικής ομάδας που εκπροσωπεί κάποια από τα φερόμενα θύματα.

Σύμφωνα με τις καταγγελίες, οι σεξουαλικές επιθέσεις σημειώθηκαν σε Λονδίνο, Παρίσι, Σεν Τροπέ και Αμπού Ντάμπι. 

«Κατέστησα σαφές ότι δεν ήθελα να συμβεί κάτι τέτοιο. Δεν έδωσα τη συγκατάθεσή μου. Ήθελα απλώς να τελειώσει», λέει μία από τις γυναίκες, η οποία καταγγέλλει πως ο Φαγέντ τη βίασε στο διαμέρισμά του στην κατοικία του στο Park Lane του Λονδίνου.

Μία άλλη γυναίκα υποστηρίζει πως ο Αιγύπτιος επιχειρηματίας τη βίασε όταν ήταν έφηβη στην έπαυλή του, στο Μέιφερ του Λονδίνου.

«Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ ήταν ένα τέρας, ένα αρπακτικό του σεξ, χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό» καταγγέλλει, προσθέτοντας πως όλο το προσωπικό των Harrods ήταν για εκείνον το «παιχνιδάκι» του.

«Ήμασταν όλοι τρομοκρατημένοι. Ο ίδιος ενεργά καλλιεργούσε τον φόβο. Αν έλεγε “πηδήξτε”, οι εργαζόμενοι απαντούσαν “πόσο ψηλά”», συμπληρώνει.

Ο Φαγέντ βρέθηκε αντιμέτωπος με την κατηγορία της σεξουαλικής βίας όσο ήταν ακόμη εν ζωή. Ωστόσο, οι καταγγελίες αυτές μετά θάνατον είναι πρωτόγνωρης διάστασης και σοβαρότητας, σύμφωνα με το BBC.

Η επιχειρηματική καριέρα του Φαγέντ ξεκίνησε από τους δρόμους της Αλεξάνδρειας, όπου πουλούσε αναψυκτικά στους περαστικούς. Ωστόσο, ο γάμος του με την αδερφή ενός Σαουδάραβα εκατομμυριούχου εμπόρου όπλων συνέβαλε στην οικοδόμηση διασυνδέσεων και τη δημιουργία της αυτοκρατορίας του. 

Μετακόμισε στη Βρετανία το 1974 και ήταν ήδη γνωστός όταν ανέλαβε τα Harrods, το 1985. Τη δεκαετία του 1990 και του 2000 εμφανιζόταν τακτικά ως καλεσμένος σε βρετανικά τοκ- σόου και ψυχαγωγικά προγράμματα υψηλής τηλεθέασης.

Ωστόσο, οι γυναίκες που μίλησαν στο ντοκιμαντέρ υποστηρίζουν πως η δημόσια εικόνα του Φαγέντ ως ενός κοινωνικού, ευχάριστου μεγιστάνα απέχει έτη φωτός από την αλήθεια.

Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ: Δεκάδες πρώην εργαζόμενες στα Harrods τον κατηγορούν για βιασμούς-1
Ο Αλ Φαγέντ –που πέθανε πριν από έναν χρόνο–είχε κατηγορηθεί και παλιότερα, όσο βρισκόταν στη ζωή, για σεξουαλικά αδικήματα, αλλά όχι τέτοιας σοβαρότητας, όπως σημειώνει το BBC – Φωτ.: ΑΡ.

«Ήταν αχρείος», λέει μία από τις καταγγέλλουσες, η Σοφία, προσωπική βοηθός του από το 1988 έως το 1991, που, όπως υποστηρίζει, ο Φαγέντ επιχείρησε πάνω από μία φορά να τη βιάσει.

«Με εξοργίζει αυτό, οι άνθρωποι δεν πρέπει να τον θυμούνται έτσι. Γιατί δεν ήταν έτσι», λέει η ίδια.

Κάποιες από τις γυναίκες μίλησαν επώνυμα στην κάμερα του BBC, άλλες με ψευδώνυμα και άλλες ανώνυμα. Σε κάθε περίπτωση, στο σύνολό τους οι μαρτυρίες αποκαλύπτουν το ίδιο μοτίβο σεξουαλικά επιθετικής συμπεριφοράς από τον Φαγέντ. 

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες πρώην υπαλλήλων, ανδρών και γυναικών, ο ιδιοκτήτης των Harrods συχνά πυκνά επισκεπτόταν το πολυκατάστημα και περιφερόμενος στους ορόφους εντόπιζε νεαρές υπαλλήλους που θεωρούσε ελκυστικές, τις οποίες γρήγορα προήγε σε θέση και όροφο.

Οι επιθέσεις γίνονταν στα γραφεία του στο Harrods, στα διαμερίσματά του στο Λονδίνο ή κατά τη διάρκεια ταξιδιών στο εξωτερικό, συχνά το ξενοδοχείο Ritz –του οποίου επίσης ήταν ιδιοκτήτης– στο Παρίσι ή στη βίλα Windsor στο Μπουά ντε Μπουλόν της Πόλης του Φωτός.

«Κοιτάζαμε η μία την άλλη να περνάει το κατώφλι της πόρτας σκεπτόμενες “καημένο κορίτσι, είναι σήμερα η σειρά σου” και νιώθοντας εντελώς ανήμπορες να το σταματήσουμε», λέει η Άλις (ψευδώνυμο), ενώ και άλλα πρώην μέλη του προσωπικού του Harrods παραδέχτηκαν στο BBC πως ήταν ξεκάθαρο τι συνέβαινε μέσα σε εκείνο το γραφείο.

Οι εφιαλτικές περιγραφές

Η Ρέιτσελ (επίσης ψευδώνυμο) εργάστηκε ως προσωπική βοηθός του Φαγέντ τη δεκαετία του 1990.

Ένα βράδυ μετά τη δουλειά, περιγράφει, την κάλεσαν στο πολυτελές διαμέρισμά του, στο Park Lane με θέα το Χάιντ Παρκ του Λονδίνου. Το συγκρότημα πολυτελών κατοικιών προστατευόταν από προσωπικό ασφαλείας και διέθετε γραφείο με υπαλλήλους του Harrods.

Όπως καταγγέλλει η Ρέιτσελ, ο Φαγέντ τής ζήτησε να κάτσει στο κρεβάτι του βάζοντας το χέρι του στον μηρό της. «Θυμάμαι να νιώθω το σώμα του, το βάρος του, πάνω μου. Τον άκουγα να βγάζει αυτούς τους θορύβους και προσπαθούσα να σκεφτώ κάτι άλλο. Με βίασε».

Στο BBC μίλησαν 13 γυναίκες που υποστηρίζουν πως δέχτηκαν σεξουαλική επίθεση από τον Φαγέντ στην κατοικία της οδού Park Lane. Τέσσερις από αυτές, μεταξύ τους και η Ρέιτσελ, κατήγγειλαν βιασμό. 

«Αναπόδραστο εφιάλτη», περιγράφει η Σοφία τη δική της περιπέτεια.

«Δεν μπορούσα να φύγω. Δεν είχα να γυρίσω κάπου, στο σπίτι των γονιών μου. Δεν είχα να πληρώσω το νοίκι. Ήξερα πως έπρεπε να το υποστώ αυτό αναγκαστικά. Ήταν φρικτό», λέει η ίδια.

Η Τζέμα, μία από τις προσωπικές βοηθούς του Φαγέντ μεταξύ 2007-09, περιγράφει πως η συμπεριφορά του γινόταν ακόμη πιο τρομακτική στα επαγγελματικά ταξίδια στο εξωτερικό

Όπως λέει, το αποκορύφωμα αυτού του εφιάλτη ήταν ο βιασμός της στη στη Villa Windsor του Παρισιού – πρώην κατοικία του βασιλιά Εδουάρδου Η΄ και της συζύγου του Γουάλις Σίμπσον.

Σύμφωνα με την ίδια, κάποια στιγμή ξύπνησε ξαφνιασμένη στην κρεβατοκάμαρά της. Ο Φαγέντ ήταν δίπλα στο κρεβάτι της φορώντας μόνο τη μεταξωτή του ρόμπα, προσπαθώντας να μπει κάτω από τα σκεπάσματα. «Του είπα, “όχι, δεν θέλω να το κάνεις”. Και συνέχισε να προσπαθεί να μπει στο κρεβάτι, οπότε σε κάποιο σημείο βρέθηκε πάνω μου και εγώ πραγματικά δεν μπορούσα να κουνηθώ. Ήμουν μπρούμυτα στο κρεβάτι και αυτός απλά πίεσε το σώμα του πάνω μου».

Περιγράφει πως μετά τον βιασμό της ξέσπασε σε κλάματα και τότε ο Φαγέντ σηκώθηκε από το κρεβάτι και της είπε επιθετικά να πλυθεί με Dettol. «Προφανώς ήθελε να σβήσω από πάνω μου κάθε ίχνος του», εξηγεί.

Ακόμη οκτώ γυναίκες κατήγγειλαν πως δέχτηκαν σεξουαλική επίθεση από τον μεγιστάνα σε κατοικίες του στο Παρίσι. Πέντε από αυτές περιέγραψαν τις επιθέσεις ως «απόπειρα βιασμού».

Κάποιες από τις γυναίκες, μάλιστα, αποκαλύπτουν πως, όταν άρχισαν να δουλεύουν για τον Φαγέντ, εξαναγκάστηκαν σε ιατρικές και γυναικολογικές εξετάσεις. Οι εξετάσεις αυτές τους παρουσιάζονταν ως προνόμιο –που δεν είχαν οι απλές υπάλληλοι του Harrods– πλην όμως ποτέ δεν λάμβαναν τα ιατρικά αποτελέσματα, τα οποία αντιθέτως στέλνονταν στον Φαγέντ. 

«Δεν υπάρχει κανένα όφελος να γνωρίζει ποια είναι η σεξουαλική υγεία του οποιουδήποτε, εκτός αν σχεδιάζει να κάνει σεξ μαζί του, πράγμα που το βρίσκω ανατριχιαστικό τώρα», λέει η Κάθριν, η οποία ήταν βοηθός εκτελεστικού διευθυντή το 2005.

«Κοινό μυστικό»

«Την κακοποίηση των γυναικών τη γνώριζα όταν δούλευα στο κατάστημα», λέει ο Τόνι Λίμινγκ, διευθυντής τμήματος από το 1994 έως το 2004. «Δεν ήταν καν μυστικό», αποκαλύπτει ο ίδιος, προσθέτοντας πάντως πως δεν είχαν περιέλθει σε γνώση του οι σοβαρότερες καταγγελίες περί βιασμών.

«Νομίζω πως αν ήξερα εγώ, ήξεραν όλοι. Οποιος λέει πως δεν ήξερε, ψεύδεται, συγγνώμη». Τη μαρτυρία του Λίμινγκ επιβεβαιώνουν και πρώην μέλη της προσωπικής φρουράς ασφαλείας του Φαγέντ.

«Γνωρίζαμε ότι είχε αυτό το πολύ έντονο ενδιαφέρον για τα νεαρά κορίτσια», λέει ο Ιμον Κόιλ, ο οποίος εντάχθηκε στα Harrods το 1979 ως φύλακας καταστήματος και στη συνέχεια έγινε αναπληρωτής διευθυντής ασφαλείας από το 1989-95.

Φόβος και συμβόλαια «σιωπής» 

Όλες οι γυναίκες με τις οποίες μίλησε το BBC παραδέχτηκαν πως ένιωθαν φόβο, κάτι που τις δυσκόλευε να μιλήσουν.

«Υπήρχε σίγουρα μια κουλτούρα φόβου σε όλο το κατάστημα – από τον πιο χαμηλόβαθμο μέχρι τον πιο υψηλόβαθμο», λέει η Σάρα (ψευδώνυμο).

Κάποιες θεωρούσαν ότι τα τηλέφωνα στα Harrods παρακολουθούνταν και ορισμένες πως καταγράφονταν ακόμα και στον χώρο εργασίας τους από κάμερες – κάτι που επιβεβαιώνεται εκ των υστέρων.

Σύμφωνα με τον Κόιλ, μέρος της δουλειάς του ήταν να ακούει τις ηχογραφήσεις των καταγεγραμμένων κλήσεων. Ο ίδιος επιβεβαιώνει πως κάμερες είχαν επίσης εγκατασταθεί σε όλο το κατάστημα, ακόμη και στις σουίτες των διευθυντικών στελεχών. «Ο Φαγέντ παρακολουθούσε όλους όσους ήθελε», λέει.

Σύμφωνα με το ντοκιμαντέρ του BBC, στο πλαίσιο δικαστικού συμβιβασμού της Τζέμα, το 2009, χρειάστηκε να υπογράψει συμφωνία μη δημοσιοποίησης (NDA), μια νομικά δεσμευτική σύμβαση που διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες παραμένουν εμπιστευτικές.

Όπως λέει, μετά τον βιασμό παραιτήθηκε από τα Harrods επικαλούμενη σεξουαλική παρενόχληση – ανήμπορη να αποκαλύψει τον βιασμό της. Η εταιρεία την αποδέσμευσε καταβάλλοντάς της ένα ποσό, υπό την προϋπόθεση πως θα υπέγραφε το συμβόλαιο «σιωπής».

Σύμφωνα με το BBC, πολλές από τις γυναίκες απειλήθηκαν και υπέστησαν συστηματικό εκφοβισμό από τον τότε διευθυντή ασφαλείας των Harrods, Τζον Μακναμάρα, ώστε να μην αποκαλύψουν όσα είχαν βιώσει.

Δεκατέσσερις από τις γυναίκες που μίλησαν στο βρετανικό κρατικό Μέσο κατέθεσαν αστικές αγωγές κατά της εταιρείας –που πλέον τελεί υπό το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Qatar Investment Authority– για αποζημίωση.

Πηγή: BBC/ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ