Παγίως ως ένα από τα βασικά επιχειρήματα για τη βελτίωση του έργου της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας προβάλλεται η αύξηση του αριθμού των ελέγχων και η αύξηση των προστίμων που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνεδρίασης στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, στο πλαίσιο της παρακολούθηση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης, επισημάνθηκε εκ νέου από την πλευρά του επικεφαλής της Αρχής, Γ. Τζιλιβάκη, ότι σημειώθηκε ιστορικό ρεκόρ με 73.000 ελέγχους και ότι μέχρι τον Αύγουστο είχαν ήδη πραγματοποιηθεί 51.000 έλεγχοι με 11.500 παραβάσεις και πρόστιμα συνολικού ύψους 30 εκατ. ευρώ.
Θετικό το στοιχείο, αλλά ανεπαρκές. Διότι όσο αυξάνονται οι έλεγχοι τόσο αυξάνονται και τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα για τα οποία δεν υπάρχει ακριβής αριθμός, αφού δεν καταγράφονται ούτε τα θύματα που καταλήγουν μήνες μετά το ατύχημα, αλλά ούτε και οι εργαζόμενοι που αναγκάζονται να ζήσουν με βαριές αναπηρίες. Η δογματική προσφυγή στους αριθμούς -και σε αυτή την περίπτωση- είναι το καλύτερο μέσο για να αποφύγει κανείς απαντήσεις. Να πώς περιγράφει αυτή την εμμονή ο Μιχάλης Καλκάνης, ένα στέλεχος της Επιθεώρησης Εργασίας στην οποία αφιέρωσε 34 χρόνια δουλειάς προτού αφυπηρετήσει λόγω συνταξιοδότησης πριν από λίγους μήνες.
«Την τελευταία πενταετία στήθηκε ένα σκηνικό εικονικής πραγματικότητας για την “επίδοση” της Επιθεώρησης Εργασίας στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων με τη “βοήθεια” του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (ΟΠΣ), που όμοιό του δεν υπήρξε κατά τη διάρκεια της θητείας μου στην Επιθεώρηση. Στην προσπάθεια των διοικήσεων να αντισταθμίσουν την οργανωτική και λειτουργική ανεπάρκεια της Επιθεώρησης και να προβάλουν το “έργο” τους, “αποθέωσαν” την ποσότητα των ελέγχων έναντι της ποιότητας, ωσάν η διενέργεια ελέγχων να προσομοιάζει με την εύκολη και γρήγορη παραγωγή φασόν τυποποιημένου μικρού προϊόντος.
Είναι γνωστό ότι η διενέργεια ενός μεθοδευμένου ποιοτικού ελέγχου σε μια μεγάλη επιχείρηση ή ένα τεχνικό έργο μεγάλης επικινδυνότητας μπορεί να έχει πολλαπλάσια δυναμική στη λήψη των μέτρων ασφάλειας από έναν ανούσιο ημιτελή έλεγχο σε μια μικρή επιχείρηση, που διενεργείται σε πολύ μικρότερο χρόνο. Η πολιτική τού να “πιάσουμε νούμερα” έστρεψε τους επιθεωρητές, προκειμένου να φτάσουν την ποσοτική στοχοθεσία, να διαιρέσουν τον έναν έλεγχο σε έλεγχο για covid + έλεγχο τεχνικό + έλεγχο υγειονομικό + έλεγχο έρευνας ατυχήματος με τους αντίστοιχους επανελέγχους και να φτάσει έτσι ο αριθμός των ελέγχων σε ένα “μέγιστο υψηλό” για προβολή “προς τα έξω” και ικανοποίηση για την επίτευξη της στοχοθεσίας από όλους (διοίκηση και επιθεωρητές), αλλά χωρίς αντίκρισμα στην προαγωγή της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων».
Ζητήσαμε να μας αποτιμήσει την κατάσταση στην Ανεξάρτητη Αρχή σήμερα.
«Με σχετικό μέτρο την επίδοση του ΣΕΠΕ των αρχών του 2000, η χειρότερη περίοδος που διανύει η Επιθεώρηση Εργασίας στον τομέα ασφάλειας και υγείας είναι από το 2019 μέχρι σήμερα, με σαφή αντιστοίχιση στην αύξηση των σοβαρών και θανατηφόρων εργατικών ατυχημάτων» απαντά ο κ. Καλκάνης και εξηγεί το γιατί.
Αδήλωτα
«Για το έτος 2022 104 νεκροί και 140 σοβαρά τραυματισμένοι εργαζόμενοι, για το 2023 179 νεκροί και 287 σοβαρά τραυματισμένοι εργαζόμενοι και για το πρώτο τετράμηνο του 2024 38 νεκροί και 69 σοβαρά τραυματισμένοι εργαζόμενοι, σε μια αλματώδη αυξητική κλιμάκωση. Ο αριθμός των θανατηφόρων εργατικών ατυχημάτων αρμοδιότητάς της που δίνει η Ανεξάρτητη Αρχή για το έτος 2023 είναι 47. Οι αριθμοί όμως που αφορούν τους σοβαρά τραυματισμένους εργαζόμενους αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου, γιατί γνωρίζουμε ότι δεν δηλώνονται πολλά σοβαρά εργατικά ατυχήματα, όπως και ότι δεν παρακολουθείται η πορεία και η εξέλιξη της υγείας των παθόντων».
«Στις ίδιες έρευνες επισημαίνεται η μηδενική αναφορά επαγγελματικών ασθενειών από τη χώρα μας στη EUROSTAT (μοναδική χώρα που δεν δηλώνει τις επαγγελματικές ασθένειες στην Ε.Ε.), ενώ γίνεται αναφορά για τη χαοτική κατάσταση που αφορά τις καταγραφές των σοβαρών και θανατηφόρων εργατικών ατυχημάτων μεταξύ ΣΕΠΕ-ΑΝ. ΑΡ. ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΙΚΑ-ΕΦΚΑ, ΕΛΣΤΑΤ, η οποία δίνει μικρότερους αριθμούς καταγραφών σε EUROSTAT, ILOSTAT. Οταν τα τελευταία τουλάχιστον 50 χρόνια στη χώρα μας δεν μπορούν ή δεν θέλουν οι συναρμόδιοι φορείς να δώσουν έναν κοινό ορισμό για την ενιαία καταγραφή του εργατικού ατυχήματος, καταλαβαίνει κανείς πότε και πώς θα ορίσουν τις επαγγελματικές ασθένειες και πώς αυτές θα πιστοποιηθούν… με το αζημίωτο βέβαια των εργοδοτών» σημειώνει ο κ. Καλκάνης.
Όμως ποια είναι η αιτία για όλα αυτά που περιγράφει:
«Διαχρονικές οι αιτίες και οι ευθύνες και δεν μπορούν όλες να αποδοθούν μόνο στις διοικήσεις των τελευταίων πέντε ετών. Η αύξηση όμως του αριθμού των θανατηφόρων και σοβαρών εργατικών ατυχημάτων έχει συγκεκριμένη αιτιολογία και για να είμαστε αντικειμενικοί πρέπει να δούμε όλο το ιστορικό.
Ποιοτικοί δείκτες
Τι δεν έγινε διαχρονικά και τι μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα προς όφελος των εργαζομένων;
«Η καταπολέμηση του κομματισμού, του ρουσφετιού και της αναξιοκρατίας, που είναι το αποτέλεσμά τους. Η επιλογή του κατάλληλου προσωπικού για να αναλάβει θέσεις ευθύνης με βασικό κριτήριο που δεν θα είναι η κατάθεση μεταπτυχιακών τίτλων, οι οποίοι στην πλειονότητά τους είναι μη συναφείς με το αντικείμενο της Επιθεώρησης, αλλά το έργο που έχει παραχθεί από τους επιθεωρητές, μετρούμενο με αντικειμενική μοριοδότηση ποιοτικών δεικτών που συναρτώνται με την ελεγκτική διαδικασία και την υποστήριξή της και ενσωματώνουν την ποσότητα στο παραγόμενο ποιοτικό έργο. Πρέπει άμεσα με αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου να θεσπιστούν ποιοτικοί δείκτες για την επιλογή των επιθεωρητών σε θέσεις ευθύνης και για τη μέτρηση της απόδοσης συνολικά της Επιθεώρησης Εργασίας με την αναφορά της κλιμάκωσης του μεγέθους και της επικινδυνότητας των επιχειρήσεων που ελέγχθηκαν, των κυρώσεων που επιβλήθηκαν και των συμμορφώσεων από τους εργοδότες που επιτεύχθηκαν.
● Η εφαρμογή της απλούστευσης των διαδικασιών με νέες σύγχρονες κανονιστικές διατάξεις που θα αφορά τη διαδικασία ελέγχου και της επιβολής κυρώσεων που θα εξασφαλίζουν ομοιογένεια και σαφήνεια, αποκλείοντας γκρίζες ζώνες και ασάφεια στην ερμηνεία της εργατικής νομοθεσίας. Εργο για το οποίο δαπανήθηκαν εκατομμύρια ευρώ τις περασμένες δεκαετίες, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και συνάντησε την σθεναρή αντίσταση διοικήσεων αλλά και υπηρεσιακών παραγόντων. Το αποτέλεσμα της “απλούστευσης” ήταν ακριβώς το αντίθετο με το άθροισμα παρωχημένων, άχρηστων διατάξεων και εγκυκλίων από τη δεκαετία του ‘80, διαδικασία που επιβάρυνε και εκτροχίασε τη λειτουργία του ΟΠΣ του ΣΕΠΕ, το φόρτωσε “σκουπίδια” δεκαετιών και το έκανε απλό καταγραφικό εργαλείο αμφίβολης ποιότητας, ειδικά στους ελέγχους σε οικοδομές και γενικά στα τεχνικά έργα. Επιπλέον οι γκρίζες ζώνες των κανονιστικών διατάξεων έδωσαν το δικαίωμα σε υπηρεσιακά στελέχη, υπό την ανοχή των διοικήσεων, να εφαρμόζουν κατά το δοκούν την επιβολή ή όχι προστίμων, το ύψος των προστίμων, τις προϋποθέσεις της διακοπής εργασιών, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο την απαξίωση της Επιθεώρησης.
● Η λειτουργία τμήματος νομικής υποστήριξης των επιθεωρητών για την προστασία τους από εξωτερικούς αλλά και εσωτερικούς κακόβουλους παράγοντες, που δεν θα συμπλέει με την εκάστοτε Διοίκηση και θα αυξήσει την αυτοπεποίθηση των επιθεωρητών και την αποτελεσματικότητα στο έργο τους.
● Η πάταξη της διαφθοράς σε όλες τις εκφάνσεις της, όχι με ψευτοελέγχους και έρευνες αμφίβολης ποιότητας, αλλά με τη συγκρότηση των αρμόδιων οργάνων με υπαλλήλους που γνωρίζουν το πειθαρχικό δίκαιο και εκδίδουν τις αποφάσεις τους στον προβλεπόμενο γρήγορο χρόνο. Πρέπει να εκτελούνται άμεσα πειθαρχικές διώξεις και τα πορίσματα να αποστέλλονται στον Εισαγγελέα, σε υπηρεσιακούς παράγοντες, όσο ψηλά και αν βρίσκονται στην ιεραρχία, που ως εκ της θέσεώς τους συγκαλύπτουν παρανομίες υπαλλήλων.
● Η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου μαζί με τους συναρμόδιους φορείς, που διέπει την πιστοποίηση, έρευνα και καταγραφή των επαγγελματικών ασθενειών, οι οποίες “δεν υπάρχουν” για την χώρα μας ενώ αποτελούν αιτία πρόωρου θανάτου σε πολλές κατηγορίες εργαζομένων με ολέθριες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες και την εκθέτουν διεθνώς ως χώρα υπανάπτυκτη.
● Η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου που αφορά τον τεχνικό ασφαλείας, τον ιατρό εργασίας και τις εταιρείες που παρέχουν τις υπηρεσίες τους, θεσμοί αποτυχημένοι στη χώρα μας λόγω της πλήρους, άμεσης ή έμμεσης εξάρτησής τους από τους εργοδότες η οποία τους καθιστά διακοσμητικά στοιχεία. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Αποτυχημένοι θεσμοί
● Η αναβάθμιση με άμεση αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου, της Μελέτης Εκτίμησης Επαγγελματικού Κινδύνου (ΜΕΕΚ), του Σχεδίου Ασφάλειας και Υγείας (ΣΑΥ), του Φακέλου Ασφάλειας και Υγείας (ΦΑΥ) και της εκ των προτέρων γνωστοποίησης των τεχνικών έργων από γραφειοκρατικές, τυποποιημένες υποχρεώσεις μηδαμινής αξίας σε πολύτιμα εργαλεία άμεσου ελέγχου και παρακολούθησης της πορείας των εφαρμοζόμενων μέτρων ασφάλειας και υγείας στις επιχειρήσεις και τα εργοτάξια.
● Ο διαχωρισμός του ελεγκτικού από το εκπαιδευτικό έργο των επιθεωρητών με τη δημιουργία οργανικής δομής στην Επιθεώρηση Εργασίας που θα στελεχωθεί από επιθεωρητές, οι οποίοι θα εκτελούν μόνο έργο εκπαίδευσης σε εργοδότες, εργαζόμενους, τεχνικούς ασφαλείας, ιατρούς εργασίας, νέους επιθεωρητές και με γενικές αρμοδιότητες ενημέρωσης των πολιτών για θέματα εργατικής νομοθεσίας, λαμβάνοντας εκπαιδευτικό επίδομα αντίστοιχο του ελεγκτικού. Είναι αδιανόητο επιθεωρητές ασφάλειας και υγείας να αμείβονται από επιχειρήσεις που παρέχουν σε εργοδότες υπηρεσίες τεχνικού ασφαλείας, ιατρού εργασίας, μελέτες εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου, ΣΑΥ, ΦΑΥ, μετρήσεις φυσικών, χημικών, βιολογικών παραγόντων και οι ίδιοι να ελέγχουν τις επιχειρήσεις των εργοδοτών που γνωρίζουν ήδη από το εκπαιδευτικό τους περιβάλλον».
Αδράνησαν οι έλεγχοι στα εργοτάξια
Η κυβερνητική αλλαγή το 2019 επέφερε μια σαφή στροφή υπέρ των εργοδοτών με την αδρανοποίηση και την υποβάθμιση της Επιθεώρησης σε Γενική Διεύθυνση, πολιτική που έκλεισε το μάτι στους εργοδότες για φτηνότερη και δήθεν αποδοτικότερη εργασία, στην οποία περιλαμβάνονται τα ατελή ή ανύπαρκτα μέτρα ασφάλειας και υγείας στις επιχειρήσεις τους. Για τα τεχνικά έργα που κατά τεκμήριο έχουν τα περισσότερα θανατηφόρα και σοβαρά εργατικά ατυχήματα απουσίαζε διαχρονικά ο έτερος ελεγκτικός πυλώνας της Επιθεώρησης, των εργασιακών σχέσεων, για την καταπολέμηση της αδήλωτης, ανασφάλιστης εργασίας που αυξάνει εκθετικά τον κίνδυνο ατυχήματος στα εργοτάξια.
Με την πανδημία του covid ύστερα από εντολή της διοίκησης για συμμετοχή της Επιθεώρησης στους ελέγχους από το τέλος του 2019 και τουλάχιστον για τρία χρόνια ο περισσότερος χρόνος των επιθεωρητών ασφάλειας και υγείας αναλώθηκε σε ανούσιους ελέγχους εκτός αρμοδιότητας για την καταπολέμηση της πανδημίας και με τη συμμετοχή τους σε κοινούς ελέγχους με την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ), προκειμένου να συμπληρωθεί το ελλιπές προσωπικό της ΕΑΔ, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα την κατεξοχήν λειτουργία της Επιθεώρησης. Ηρθε σε συνέχεια των εκτός αρμοδιότητας ελέγχων των επιθεωρητών ασφάλειας και υγείας της προηγούμενης δεκαετίας, που τους είχε δοθεί εντολή να κάνουν ελέγχους και για την αδήλωτή εργασία υποβαθμίζοντας τη σπουδαιότητα των ασφαλών εργασιακών συνθηκών.
Η σύσταση της Ανεξάρτητης Αρχής που ακολούθησε, χωρίς να υπάρχουν οι προϋποθέσεις επαρκούς ανθρώπινου δυναμικού και κατάλληλης υλικοτεχνικής υποδομής, αποτέλεσε μια ανομοιογενή άτεχνη “συγκόλληση” μεταξύ υπαλλήλων του υπουργείου Εργασίας και Επιθεωρητών για τις διοικητικές υποστηρικτικές υπηρεσίες της Αρχής, απορρόφησε πολλούς επιθεωρητές από τα κύρια καθήκοντά τους, δημιούργησε “εχθρικές” σχέσεις με το υπουργείο Εργασίας και αλλεπάλληλες καθυστερήσεις στο έργο της Ανεξάρτητης Αρχής της Επιθεώρησης Εργασίας.
Συνολικά δεν έγιναν παρά ελάχιστες νέες προσλήψεις (έχουν να γίνουν από το 2000) με αποτέλεσμα μετά από πολλές αποχωρήσεις και συνταξιοδοτήσεις να παραμένει προσωπικό ελλιπές και μεγάλου μέσου όρου ηλικίας, που δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τη διενέργεια δύσκολων στην πρόσβαση και τις καιρικές συνθήκες ελέγχων. Να σημειωθεί ότι η απαξίωση αλλά και η απογοήτευση των επιθεωρητών επιτάθηκε, γιατί δεν δόθηκε μέχρι τώρα το περίφημο μπόνους που τόσο διαφημίστηκε από τους κομματικούς “κλακαδόρους”, ούτε εκδόθηκε η ΚΥΑ για το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας στους επιθεωρητές εργασίας. Εδώ πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα η πολυδιασπασμένη, άρα αδύναμη, συλλογική αντιπροσώπευση των επιθεωρητών εργασίας και η “αντιπαλότητα” με τις κεντρικές υπηρεσίες του υπουργείου Εργασίας».
«Διακομματικό μόρφωμα με μεθόδους μαφίας»
«Ουσιαστική παράλειψή μου θα ήταν να μην αναφέρω την ύπαρξη ενός μορφώματος στο υπουργείο Εργασίας κομματικών εγκάθετων και υπηρεσιακών παραγόντων, τους οποίους συνάντησα από την εισαγωγή μου στο υπουργείο το 1989. Οι υπάλληλοι αυτοί, χαμηλών προσόντων και δεξιοτήτων, με την αλληλεπίδραση που είχαν με τις πολιτικές ηγεσίες απέκτησαν ανεξέλεγκτη δύναμη, με αποτέλεσμα να ρυθμίζουν τοποθετήσεις αρεστών υπαλλήλων σε θέσεις ευθύνης, να δρομολογούν μετακινήσεις, να κάνουν δομικές αλλαγές στον οργανισμό του υπουργείου Εργασίας και του ΣΕΠΕ, να συγκαλύπτουν παρανομίες δικών τους υπαλλήλων με μεθόδους μαφίας. Το κύκλωμα αυτό, που στην αρχή είχε κομματικό πρόσημο, μπροστά στο… κοινό συμφέρον έγινε διακομματικό, μεταλλασσόμενο συνεχώς και ανατροφοδοτούμενο από νέα “μέλη” που αντικατέστησαν τα παλιά, τα οποία αποχώρησαν λόγω ηλικίας, διατηρώντας μέχρι σήμερα την απόλυτη συνοχή του. Η αλήθεια είναι ότι το μόρφωμα αυτό βρήκε πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθεί και να γιγαντωθεί, εκτός από τους κομματικούς υπαλλήλους, σε φιλόδοξους, οσφυοκάμπτες (κοινώς γλείφτες) και φοβικούς υπαλλήλους του υπουργείου Εργασίας και του ΣΕΠΕ. Το κύκλωμα αυτό καμία κυβέρνηση μέχρι σήμερα δεν το αντιμετώπισε, παρ’ ότι ορισμένοι διοικούντες την Επιθεώρηση Εργασίας, αλλά και επιθεωρητές, συνάντησαν σοβαρά εμπόδια κατά την εκτέλεση του έργου τους από αυτό. Αντίθετα, πολλά στελέχη και υπηρεσιακοί παράγοντες όλου του κομματικού φάσματος της Επιθεώρησης και του υπουργείου Εργασίας συνέπλευσαν με αυτό ή το μιμήθηκαν».
ΠΗΓΗ:efsyn.gr
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΟΨΙΝΗ