Ετοιμάζει τη «σκληρή» απάντηση στο Ιράν το Τελ Αβίβ

Πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, στοχευμένες δολοφονικές ενέργειες αλλά και τα πυρηνικά μεταξύ των επιλογών που φέρεται να εξετάζει το Τελ Αβίβ. Συμπλέει με την ανάγκη απάντησης στο Ιράν η Ουάσιγκτον.

Η Μέση Ανατολή πλησιάζει ολοένα και περισσότερο προς έναν πλήρη περιφερειακό πόλεμο, καθώς το Ισραήλ δεσμεύτηκε να απαντήσει στο μπαράζ βαλλιστικών πυραύλων που εξαπέλυσε το Ιράν.

«Το Ιράν έκανε ένα μεγάλο λάθος απόψε -και θα το πληρώσει», δήλωσε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, λίγες ώρες μετά την άνευ προηγουμένου επίθεση.

Η ηγεσία του Ιράν επεσήμανε ότι η επίθεση είχε σκοπό να προειδοποιήσει το Ισραήλ να μην εισέλθει σε άμεσο πόλεμο με τον μακροχρόνιο εχθρό του και ότι οποιαδήποτε ισραηλινή απάντηση θα αντιμετωπιζόταν με «δυνατότερα και πιο οδυνηρά» πλήγματα, θυμίζει το CNN.

Η επίθεση της Τρίτης άλλαξε περαιτέρω τη δυναμική της σύγκρουσης, μεταβαίνοντας από έναν πόλεμο στον οποίο εμπλέκονται πληρεξούσιοι του Ιράν, σε μια άμεση αντιπαράθεση μεταξύ δύο περιφερειακών στρατιωτικών δυνάμεων.

Είναι η δεύτερη φορά που το Ιράν εξαπολύει αεροπορική επίθεση στο Ισραήλ φέτος, αλλά το χθεσινό μπαράζ ήταν διαφορετικής κλίμακας. Τον Απρίλιο, το Ιράν εξαπέλυσε μια μεγάλη επίθεση με drones και πυραύλους κατά του Ισραήλ -ήταν η πρώτη φορά που εξαπέλυσε επίθεση στη χώρα από το έδαφός του.

Τότε το Ιράν ειδοποίησε 72 ώρες πριν από την επίθεση, η οποία εκτιμήθηκε ευρέως ότι σχεδιάστηκε για να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες ενώ μεγιστοποιούσε το θέαμα, ενώ σχεδόν και οι 300 πύραυλοι και drones καταρρίφθηκαν. Το Ισραήλ απάντησε μια εβδομάδα αργότερα με περιορισμένο πλήγμα στο Ιράν.

Αυτή τη φορά, το Ισραήλ έμαθε για την επικείμενη απειλή λίγες ώρες πριν η Τεχεράνη εξαπολύσει τους πυραύλους με στόχους όπως τα κεντρικά γραφεία της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών Μοσάντ, στο Τελ Αβίβ, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ισραήλ, την αεροπορική βάση Nevatim και την αεροπορική βάση Tel Nof.

Ο εκπρόσωπος του αμερικανικού πενταγώνου υποστράτηγος Πατ Ράιντερ είπε ότι το μπαράζ του Ιράν την Τρίτη ήταν διπλάσιο από την επίθεση του Απριλίου. Περιλάμβανε βαλλιστικούς πυραύλους, οι οποίοι είναι πιο δύσκολο να καταρριφθούν.

Ένας μεγάλος φόβος για τους Αμερικανούς και τους Άραβες διπλωμάτες είναι η πιθανότητα να χτυπήσει το Ισραήλ στο εσωτερικό του Ιράν, ενδεχομένως εναντίον των πυρηνικών του εγκαταστάσεων. Ο πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ Ναφτάλι Μπένετ προέτρεψε το Ισραήλ να αντεπιτεθεί καταστρέφοντας το πυρηνικό του πρόγραμμα.

Όμως το Ιράν έχει καταστήσει σαφές ότι οποιαδήποτε απάντηση από το Ισραήλ θα οδηγούσε σε περαιτέρω κλιμάκωση. Ο πρόεδρος του Ιράν Μασούντ Πεζεσκιάν είπε ότι η επιχείρηση της Τρίτης ήταν «μόνο ένα μέρος της δύναμής μας».

Το Ισραήλ είναι πιθανό να έχει στο στόχαστρο τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν καθώς καθορίζει την απάντησή του στην πυραυλική επίθεση της Τεχεράνης, σύμφωνα με τον Malcolm Davis, ανώτερο αναλυτή αμυντικής στρατηγικής στο Ινστιτούτο Στρατηγικής Πολιτικής της Αυστραλίας.

«Από την οπτική γωνία του Ισραήλ, δεν μπορεί να επιτρέψει στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Σίγουρα θα υπάρχει ισχυρή πίεση στο υπουργικό συμβούλιο του Νετανιάχου να επιτεθεί σε αυτές τις πυρηνικές εγκαταστάσεις και ουσιαστικά να καθυστερήσει το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων του Ιράν, ενδεχομένως για χρόνια», είπε ο Ντέιβις στην Μπέκι Άντερσον του CNN.

Σύμφωνα με το Axios, πολλοί Ισραηλινοί αξιωματούχοι επισημαίνουν τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις του Ιράν ως πιθανό στόχο, αλλά ορισμένοι λένε ότι στοχευμένες δολοφονίες και χτυπήματα στα συστήματα αεράμυνας του Ιράν είναι επίσης πιθανές επιλογές.

Η ισραηλινή απάντηση θα μπορούσε να περιλαμβάνει αεροπορικές επιδρομές από μαχητικά αεροσκάφη, καθώς και μυστικές επιχειρήσεις παρόμοιες με αυτές που οδήγησαν στον θάνατο του ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια στην Τεχεράνη πριν από δύο μήνες.

Εν τω μεταξύ οι ΗΠΑ, ο στενότερος σύμμαχος του Ισραήλ και ο μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων, δήλωσαν ότι θα συντονιστούν με το Ισραήλ για την απάντησή του στην επίθεση, με τον εκπρόσωπο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Μάθιου Μίλερ να δεσμεύεται ότι θα υπάρξουν συνέπειες. Η τοποθέτηση συνιστά αλλαγή ρητορικής σε σχέση με τον Απρίλιο, οπότε η Ουάσιγκτον συνιστούσε αυτοσυγκράτηση.

 

ΠΗΓΗ: Euro2day